Κυριακή 12 Ιουνίου 2016

Αρχαία Ελληνικά, ξεματιάσματα και χάντρες

 Τον τελευταίο καιρό το διαδίκτυο κατακλύστηκε από τη συζήτηση για τη σκοπιμότητα ή μη της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στο γυμνάσιο. Με την ευκαιρία αυτής της συζήτησης σημειώθηκε αύξηση των αναρτήσεων που αφορούν την ανωτερότητα των αρχαίων σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη γλώσσα μίλησε ποτέ ο άνθρωπος στον πλανήτη, την ετυμολογική σχέση όλων των λέξεων που ειπώθηκαν από τα αρχαία ελληνικά, τις ιαματικές ιδιότητές τους σε σχέση με τη δυσλεξία, τον μεταφυσικό συντονισμό τους με το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, όπου καμία άλλη γλώσσα δεν μπορεί να ακουστεί τόσο ωραία και δυνατά όσο αυτά και λοιπά παρεμφερή.
Αντί να σχολιάσω τις παραπάνω αναρτήσεις, θα ήθελα να μοιραστώ την παρατήρηση που μου έχουν μεταφέρει φίλοι φιλόλογοι που διδάσκουν τα αρχαία ελληνικά στο γυμνάσιο, η οποία με αιφνιδίασε με την απλότητα και την άμεσότητά της. Τα παιδιά στο γυμνάσιο, όταν δεν καταλαβαίνουν κάτι στα αρχαία, ρωτάνε “πώς το λένε αυτό στα ελληνικά”. Επίσης, συχνά διαμαρτύρονται, μόλις προχωρήσουν στην τρίτη κλίση και στον παρακείμενο, ότι “αυτά δεν είναι ελληνικά, πώς τα έλεγαν και δεν στραμπούλιζαν τη γλώσσα τους”. Πολύ διαφωτιστική βρήκα και την ευχάριστη έκπληξή τους που μου μετέφερε νεαρή φιλόλογος, η οποία με παιχνίδια και την αρωγή των νέων τεχνολογιών κατάφερε να φέρει μια ισχνή ακτίνα φωτός στο μυστήριο της κλίσης των βαρύτονων ρημάτων: τα παιδιά είπαν “κυρία, αυτά μοιάζουν με τα ελληνικά!”
Τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς, τα ξέρουν όλα. Αρχαία, όμως, πολύ λίγα καταφέρνουν να μάθουν. Μεγαλώνοντας ξεχνούν την αποστροφή που τους προκαλούσε στο σχολείο αυτό που δεν μπορούσαν καν να αποκαλέσουν με το ίδιο όνομα με τη μητρική τους γλώσσα. Ως ενήλικες, που δεν πρέπει να υποστούν τη βάσανο των τριτόκλιτων και της β’ συζυγίας, τα λατρεύουν και τα υπερασπίζονται με θρησκευτική αφοσίωση. Πιστεύουν ότι μπορούν να βελτιώσουν το γνωστικό επίπεδο των παιδιών τους χωρίς να αναρωτηθούν πόσο βελτίωσαν το δικό τους. Πιστεύουν στα αρχαία όπως πιστεύουν και στο ξεμάτιασμα: αρχέγονα και βαθιά, αλλά χωρίς τεκμήρια και αποδείξεις, με τη βαθιά πίστη αυτού που έμαθε να μην αμφισβητεί τις πατροπαράδοτες πεποιθήσεις, ακόμα κι αν δεν τις κατανοεί. Σε αυτό το πλαίσιο της μαγικής-μεταφυσικής λειτουρτγίας της γλώσσας μπορεί να γίνει πιστευτό και ότι θεραπεύουν πάσα νόσο και μαλακία και ότι είναι θεόσταλτα. Όπως, όμως, το ξεμάτισμα δεν θεραπεύει τον καρκίνο, έτσι και η διδασκαλία των αρχαίων από τα γενοφάσκια μας δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα της ελληνικής εκπαίδευσης και παιδείας. Η μόνη λειτουργία που μπορούν να έχουν τα αρχαία στις μικρές τάξεις και σε όλους τους μαθητές είναι, κατά τη γνώμη μου, αποτροπαϊκή, κάτι σαν το μπλε μάτι που θα διώξει μακριά όχι το κακό, αλλά την αμορφωσιά.

Θα κλείσω με μια απορία, απευθυνόμενος στους επαΐνοντες του διαδικτύου: τα αρχαία ελληνικά έχουν μεγαλύτερη σχέση με τα νέα από ό,τι τα λατινικά με τα ιταλικά; Μήπως ήρθε η ώρα να πάψουμε να συγχέουμε την πολιτική και την ιδεολογία με τη γλωσσολογία και τον μεταφυσικό αχταρμά των αρχαιόπληκτων και των λοιπών φανατικών; Διαφορετικά επιλέγουμε το γνωστό δρόμο της καρικατούρας του συντηρητικού δημάρχου: “όπισθεν ολοταχώς”.

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Καλοκαιρινή ευωχία

Να κοιμάσαι στη σκηνούλα σου, δροσερός μέσα στον καύσωνα κάτω από τα πεύκα. Να πίνεις τον καφέ σου σκέτο, ψημένο στο καμινέτο στο χώμα. Να αφήνεις τον ήλιο να κάψει τα ελαττώματα του κορμιού σου, με μόνη προστασία μια σπασμένη ομπρέλα στην παραλία. Να πεινάς λίγο και να πλένεις ένα ροδάκινο στο κύμα για να το μοιραστείς με τα παιδιά σου. Να καμαρώνεις τα κορμάκια τους, τις βουτιές τους, τις ανακαλύψεις τους. Να τσιμπάς το μεσημέρι, ίσα για να γεμίσει το στομάχι σου. Να βουτάς σ'ένα καλό βιβλίο. Να δροσίζεσαι σε καθαρά νερά. Να συντυχαίνεις φίλους παλιούς και να γνωρίζεις άλλους, καινούριους. Το βράδυ, ίσως, μια ταινία στο θερινό σινεμαδάκι. Οι μέρες να κυλάνε αβίαστα.

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015

Οι βρωμόγεροι και ο Τσίπρας

Τι σου είναι το καλοκαίρι... Καλός καιρός, διάθεση για εξορμήσεις, μπανάκια, επισκέψεις σε γνωστούς, συγγενείς. Ωραία; Κάποτε όχι. Κάποτε ο ανελέητος μεσογειακός ήλιος ρίχνει φως και στην πιο κρυφή γωνιά, εκεί που εναποθέτουν οι νυχτερινοί επισκέπτες τα ποντικοκούραδά τους, και τα κυνικά καύματα εντείνουν τις μυρωδιές, όχι μόνο τις μεθυστικές και τα ηδονικά αρώματα, αλλά και της σήψης, της απλυσιάς και της συσσωρευμένης βρώμας. Διαπιστώνεις πολλά αν σε φιλοξενήσουν καλοκαιριάτικα. Κάποτε με δυσάρεστη έκπληξη. Για παράδειγμα, το γελαστό, καλοντυμένο, καλοπλυμένο γεροντικό ζευγαράκι με την προσεγμένη εμφάνιση δεν καθαρίζει ποτέ το σπίτι του. Ποτέ, εδώ και πολλά χρόνια. Μακάρι να μην προσφερόσουν να πλύνεις τα πιάτα και να διαπιστώσεις ότι πρέπει να διασχίσεις ένα σμήνος από μύγες για να ξεκολλήσεις τα πόδια σου από τα ζουμιά στο πάτωμα και να θαυμάσεις μια στίβα από πιατικά που στραγγίζουν, οιονεί καθαρά, χωρίς να έχουν πλυθεί με σαπούνι. Εύχεσαι να έμενες στο μπαλκόνι, αλλά τότε δεν θα ήξερες τι βρώμα κρύβεται στο ψυγείο όπου σαπίζουν με την ησυχία τους και τη δροσιά τους φύρδην-μίγδην ξεσκέπαστα τρόφιμα, αγκαλιά με τα φρούτα που σε φιλεύουν. Όσο για την τουαλέτα, πρόκειται για μια αηδιαστική σελίδα της ιστορίας του μπιντέ.
Γέροι άνθρωποι, θα μου πεις, ίσως χρειάζονται βοήθεια, ας μη γινόμαστε κακοί και επικριτικοί. Όμως η ένστασή μου βρίσκεται στην αντίθεση ανάμεσα στο δημόσιο και στο εντός των θυρών πρόσωπο. Στη εξωτερική γυαλάδα που υπογραμμίζεται από φιρμάτα ρούχα, ακριβές κρέμες και αρώματα, γεύματα σε εκλεκτά εστιατόρια και μια διαρκή υπενθύμιση των σημαντικών φίλων που έχουν, οι οποίοι έχουν λεφτά – πολλά λεφτά, αλλά και είναι επιφανή πρόσωπα· και στο πρόσωπο που φαίνεται όταν οι φίρμες κρεμαστούν προσεκτικά στην κρεμάστρα. Στο πρόσωπο αυτού του γεροντικού ζευγαριού ενσαρκώθηκε η παροιμία “η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά”. Γιατί, καταρχήν, προσπαθούν να είναι άρχοντες μόνο κατά το ήμισυ, ως προς τη δημόσια εικόνα. Αν και σ'αυτή χωλαίνουν, όσο και να εκβιάζουν την αντίθετη ετυμηγορία: φωνάζουν για να ακούσει η ταβέρνα ότι αφήνουν δυόμιση ευρώ πουρμπουάρ στο σερβιτόρο, απαιτούν να μιλούν μόνο οι ίδιοι, να παραγγέλνουν μόνο οι ίδιοι, να μην ρωτούν τα παιδιά της παρέας για τη γνώμη τους, να διακόπτουν όποιον δεν τους προσέχει. Και να μιλάνε μόνο για τα λεφτά που έχουν όσοι ξέρουν, διασημότητες ή μη. Τελικά, άρχοντας δεν μπορεί να είσαι κατά το ήμισυ. Όπως και δεν μπορεί να είσαι βρωμόγερος κατά το ήμισυ. Κάποιες ιδιότητες αποκτώνται καθ'ολοκληρίαν.


Α, ναι, εκτός από τη δυσωδία που που έχει δηλητηριάσει την όσφρηση από τότε που τους είδα, μου έχει εντυπωθεί και η δήλωση ότι θα πάνε να γραφτούν στο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί ο Τσίπρας τους απέδειξε την αξία του. Στις εκλογές είχαν ψηφίσει Σαμαρά.

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Παραμύθι

 Μια φορά κι ένα καιρό, στην άκρη της Ανατολής, ζούσε μια φούχτα άνθρωποι που κάναν το σταυρό τους και τους βοηθούσε η Παναγιά στις δυσκολίες της ζωής. Φοβόταν τον Αγά αλλά τον κοροϊδεύαν κιόλας, προσπαθούσαν με μπαγαποντιές να πληρώσουν λίγους φόρους, ν' αυξήσουν το βιο τους, να περνάν καλά. Δεν μπορούσαν να κάνουν και πολλά-πολλά, δυο πονηριές ίσα για να ξελαφρώνει η καρδιά τους, γιατί ο αγάς έκοβε το λαρύγγι όσων το ρίχναν στη μεγάλη επανάσταση. Βλέπαν στις πλατείες Καραγκιόζη και γελούσαν με την καρδιά τους, γιατί βλέπαν έναν απ'αυτούς, ίσως λίγο περισσότερο κακομοίρη και πεινασμένο, να μην έχει τίποτα να χάσει κι όλο να τα φέρνει βόλτα με τα καμώματά του. Αλλά να μην προκόβει και ποτέ...
Τον φοβόταν τον Αγά, αλλά δεν τον έβλεπαν ποτέ. Είχε διαλέξει αυτός μερικούς απ' τους ραγιάδες για μεσάζοντες, να μην έρχεται σε επαφή με το ξυπολταριό και μαγαρίζεται. Αυτοί μάζευαν τους φόρους, κρατούσαν το μερτικό τους και ό,τι περίσσευε το δίναν στον Αγά και φορούσαν ρούχα ακριβά και γούνες. Μερικοί μαντρώναν την άπλυτη και αμόρφωτη πλέμπα κάθε Κυριακή να ψάλλει τον πόνο και την πίκρα της ζωής, να παρακαλέσει να πέσει καμιά πίτα να τη φάει να λαδώσει τ'άντερό της και να παρηγοριέται. Έλεγαν να είναι φρόνιμοι, έτσι κι αλλιώς αν τους έσφαζε ο Αγάς δεν πείραζε, θ'αγιάζανε. Σ'αυτούς ο Αγάς ορμήνεψε να φοράνε μαύρα, για να τους ξεχωρίζει από τους εφοριακούς και τα τσιράκια του.
Έγινε πόλεμος, επανάσταση, τον διώξαν τον Αγά. Σάμπως τον είχαν δει και ποτέ; Ήρθαν άλλοι, ξυρισμένοι, με τα πιάνα και τα ψαλιδισμένα φράκα στα κωλομέρια, και τους κάναν αυτοί κουμάντο. Χάρηκαν οι απλοί ανθρώποι, ελεύθεροι, τους είπαν, θα είναι. Αλλά πού θα πήγαιναν να ζητήσουν χάρη; Έτσι είχαν μάθει μέχρι τότε, ό,τι πρόβλημα υπήρχε, το έλυνε ο μεσάζων, ο προεστός, άμα του 'δινες ένα καλό πεσκέσι. Αλλά τους νοιάστηκε, πρώτος και καλύτερος, αυτός το'λυνε και πάλι, με τους ψαλιδοκώληδες, ήξερε αυτός να μιλάει με τους τρανούς. Και την Κυριακή στην εκκλησία παρακαλούσαν γι αυτά που δεν τους έλυσε ο μπάρμπας από την Κορώνη.
Τα τσιράκια τώρα μαζευόταν στο ανάκτορο του βασιλιά (τον διώξανε κι αυτόν, πάλι ελεύθεροι θα ήταν, αλλά τα τσιράκια πάντα τσιράκια ήταν) και μιλούσαν για το καλό της πλέμπας. Είχαν πάλι ωραία ρούχα, και τα πουγκιά τους γεμάτα με λεφτά, και κάναν χάρες στους δικούς τους. Είχαν αλισβερίσια με τους τωρινούς αγάδες, οι ξυπόλητοι βρακώθηκαν και θαρρούσαν πως γίναν πολίτες, αλλά πολίτης γλύφοντας και σερνάμενος στην κοιλιά σου δεν θα γίνεις ούτε στη Δευτέρα Παρουσία, που θα γίνει, αφού στο λέει ο πνευματικός, που πας να σου τραβήξει τ'αυτί για τις κλεψιές και τις βρωμιές που κάνεις. Όλα ήταν τακτοποιημένα σ'αυτό το κράτος. Όλοι κλέβαν τον αγά, κι ας μην ήξεραν ποιος ήταν, όλοι δίναν καρπαζιές προς τα κάτω (ο Καραγκιόζης πάντα τρώει τις περισσότερες), όλοι γκρίνιαζαν και κλαίγαν και τρέχαν να βρακώσουν τα πολύτιμα κωλομέρια τους με τα πιο ακριβά μεταξωτά βρακιά και θέλαν να βγει το μάτι του διπλανού. Την Κυριακή σπρωχνόταν ποιος θα κάτσει πιο κοντά στο λιβανιστήρι, να εισπνεύσει το ντουμάνι και να ξεχάσει τα βάσανα και τις αγωνίες της ζωής. Και η ζωή συνεχίζεται.

Τρίτη 14 Ιουλίου 2015

"Η εργασία απελευθερώνει" και στη δημοκρατική ΕΕ

Στις ανακοινώσεις των εταίρων μετά το πέρας των εργασιών πρωταρχική θέση έχει η λέξη εργάζομαι – μετά από επίπονες εργασίες, οι Έλληνες πρέπει να δουλέψουν, είναι ώρα η Ελλάδανα δουλέψει, να εργαστείτε πάνω στις μεταρρυθμίσεις. Αν δουλέψουμε, λοιπόν, θα απελευθερωθούμε από το επαχθές χρέος. Γιατί όποιος δουλεύει πολύ είναι προκομένος, επιτυχημένος και, πάνω απ' όλα, ελεύθερος. Έτσι έγραφε και στο ναζιστικό στρατόπεδο του Auschwitz, Arbeit macht frei – η εργασία απελευθερώνει, και οι κρατούμενοι απελευθερώθηκαν μια και καλή από τα βάσαν αυτού του μάταιου κόσμου, δουλεύοντας πάντα, ενώ οι φύλακες και βασανιστές τους αποκόμιζαν τον κόπο της δουλειάς τους. Στη φράση “η εργασία απελευθερώνει” δεν υπάρχει κανένα ψέμα: απελευθερώνεται ο καταπιεστής που καρπώνεται από τα οφέλη από το άχθος της εργασίας. Όμως δεν αποτελεί ευφυολόγημα των Γερμανών η δίσημη σοφιστεία ότι ο καταπιεσμένος θα σωθεί με τη δουλειά του, όχι. Αλλά και οι αποικιοκράτες Άγγλοι στην Κένυα, στο στρατόπεδο Ngenya, το ίδιο σύνθημα είχαν λανσάρει: "Labour and Freedom". Στα γκούλαγκ το ίδιο πάλι, “Μέσα από τη δουλειά – Ελευθερία!” Και ερχόμαστε στην καθ' ημάς αποικιοκρατική περίπτωση. Κι εμείς, ιστορικό προτεκτοράτο των ευρωπαϊκών δυνάμεων, οφείλουμε να υποταχτούμε στους πατροπαράδοτους αποικιοκράτες μας, να ζητήσουμε συγχώρεση για την κακοδιοίκηση του κράτους μας και την αριστερή κυβέρνησή μας που κάνει τόσα λάθη, γιατί είναι άπειρη, ασχέτως που γι αυτό την εκλέξαμε, γιατί δεν πρόλαβε να βουτηχτεί στο βόρβορο τν διαπλεκόμενων και των μαύρων χρημάτων· να ζητήσουμε συγχώρεση γονατιστοί στα τέσσερα και να σκύψουμε το κεφάλι και να δουλεύουμε, μόνο να δουλεύουμε, κι έτσι θα απελευθερωθούμε. Και για να βεβαιωθούν ότι θα δουλεύουμε θα μπατσίσουν τα κακά παιδιά που ψηφίσαμε, θα τα βάλουν στη γωνία τιμωρία και θα επαναφέρουν τα καλά παιδιά, που τα πληρώνουν εδώ και χρόνια, που φοράνε σιδερωμένα κοστούμια και γραβάτες και δεν τους χαλάνε την αισθητική, δεν μιλάνε και δεν τους ζαλίζουν το κεφάλι, που υπογράφουν χωρίς να είναι ανάγκη να ξέρουν τι γιατί δεν τους αφορά, υπάλληλοι άλλων είναι, όχι αρχηγοί ανεξάρτητου κράτους. Κι εμείς θα δουλεύουμε στη μικρή τους αποικία, σαν τους κολίγους του θεσσαλικού κάμπου, προαιώνιοι κάτοικοι και εργάτες της γης αλλά άκληροι και απροστάτευτοι, γιατί τα αφεντικά έχουν κόψει και έχουν ράψει τους νόμους στα μέτρα τους και μας έχουν αφήσει μόνο υποχρεώσεις. Μια πολύ ευρωπαϊκή απάντηση μου βγαίνει αυθόρμητα: βρε άι σιχτίρ! Και θα την κάνουμε πολιτική πράξη, γιατί στο αδιέξοδο που μας οδηγούν δεν θα υπάρχει άλλη επιλογή.

Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

Είμαι φτωχός, κύριε!

Τα τελευταία πέντε χρόνια το εισόδημά μου μειώθηκε κατά 40%. Επιπλέον, έχω στεγαστικό δάνειο το οποί είχα υπολογίσει μετρημένα, να μην ξεπερνάει το 30% του μισθού μου, όταν το πήρα. Υπολόγισε πόσο έχει αυξηθεί μέχρι σήμερα. Επιπλέον, φοβάμαι κάθε στιγμή να μην απολυθώ. Είμαι και γύρω στα 50, δουλειά δε θα βρω πουθενά, όπως και τόσοι άλλοι. Τα τελευταία 5 χρόνια τα βγάζω πέρα κάνοντας το σκατό μου παξιμάδι: έχω μειώσει τα προσωπικά μου έξοδα, κι εγώ και η γυναίκα μου, όσο το δυνατό περισσότερο. Φοράω εδώ και πέντε χρόνια τα ίδια ρούχα και παπούτσια προσπαθώντας να μη λείψει από τα παιδιά μου τίποτα, εννοώ τίποτα ουσιαστικό. Προσπαθώ να είμαι αξιοπρεπής και να μη μεμψιμοιρώ για την κατάστασή μου. Τσοντάρουν κανένα ψιλό και οι γονείς μου από τη σύνταξή τους, για τα αγγλικά και τη γυμναστική των παιδιών. Είμαι φτωχός, κύριε! Δεν πανικοβάλλομαι για το κλείσιμο των τραπεζών, γιατί δεν μπορούσα να στηθώ σε ουρά στο ΑΤΜ μετά την Παρασκευή – τότε έβαλα το τελευταίο πενηντάρικο των καταθέσεών μου. Επομένως, η ταλαιπωρία στα ΑΤΜ δεν με αφορά. Και ψήφισα ΟΧΙ. Δε θέλω να βγω από την Ευρώπη, αγαπώ τη φιλοσοφία και τον πολιτισμό της, αλλά μου είναι αδιάφορο αν θα βγω από το ευρώ. Τελευταία, μου είναι δυσβάστακτη και η φιλοσοφία της, αφού νιώθω στο πετσί μου πώς φέρεται στους αδύναμους – κάτι ευδιάκριτο για άλλες ομάδες εδώ και καιρό, όπως στους πρόσφυγες πολέμου. Με κατηγορούν οι θιασώτες του ΝΑΙ ότι δε σκέφτομαι το καλό της πατρίδας και του έθνους. Λυπάμαι που, ακόμα και αυτή τη στιγμή, δεν μπορούν να είναι ειλικρινείς. Η δική μου ευμάρεια έχει ήδη χαθεί και ζω με την ελπίδα. Φοβόσαστε, κάποιοι υποστηρικτές του ΝΑΙ, ότι θα χάσετε την ασφάλεια που είχατε, την άνεση με την οποία ζούσατε ακόμα και όταν η δική μου οικογένεια είχε φτωχοποιηθεί – και, σκέψου, ήμουν και από τους τυχερούς που έχουν ακόμα δουλειά. Σας ζητώ να δείξετε αλληλεγγύη. Το δημοψήφισμα της Κυριακής ήταν η πρώτη φορά που δόθηκε η ευκαιρία στους φτωχούς να πουν “φτάνει, ως εδώ, δεν αντέχουμε άλλο, δεν έχουμε άλλο να δώσουμε” - ήταν σαφές και από την κατανομή των ποσοστών. Ο διχασμός δεν επετεύχθη, λόγω της συντριπτικής υπερψήφισης του ΟΧΙ. Για να κερδίσουμε όλοι πρέπει να υποστηρίξουμε την κυβέρνηση και τις επιλογές της, ενώ η κριτική μας πρέπει να είναι εποικοδομητική και όχι αντιπολιτευτική. Για να κερδίσεις, εύπορε υποστηρικτή του ΝΑΙ, πρέπει να σταθείς δίπλα στο 60,4%, κατά μέσο όρο, των φτωχών. Αν δε σταθείς, μπορεί να σε πάρουν μαζί τους.

Μιχάλης Κ.

Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

Μετά την Κυριακή



Ακούω τα μύρια όσα σενάρια τρόμου για το τι θα επικρατήσει αν πλειοψηφίσει το ΟΧΙ αύριο. Όμως, σκατόγερος ων, προσπαθώ να σκεφτώ τη ζωή μας αν επικρατήσει το ΝΑΙ. Δεν θα αλλάξει τίποτα στη μνημονιακή πολιτική, όπως αυτή εφαρμοζόταν ΠΡΙΝ τις εκλογές του Φλεβάρη. Κρίνοντας από την τελευταία πενταετία, λοιπόν, θα συνεχιστούν οι τυφλές απολύσεις στο δημόσιο, πράγμα τρομακτικό, αν θυμηθούμε ότι δεν ξηλώθηκαν εν μία νυκτί οι κηφήνες του δημοσίου, πράγμα κατά κοινή ομολογία απαραίτητο, αλλά, για παράδειγμα, καθηγητές της τεχνικής εκπαίδευσης, απαραίτητοι για την επαγγελματική κατάρτιση των παιδιών με σκοπό την άμεση επαγγελματική αποκατάστασή τους. Θα συνεχίσει να συρρικνώνεται η υγεία (θυμόμαστε τι γινόταν στα κέντρα υγείας, το παράβολο στα εξωτερικά ιατρεία, τις ελλείψεις σε φάρμακα, υλικά και προσωπικό στα νοσοκομεία), πιθανόν μέχρι το φυσικό της θάνατο. Πράγμα το οποίο μας αφήνει με ιδιωτικές ασφαλίσεις και ιδιωτικές κλινικές, για όσους διαθέτουν το αντίτιμο. Θα δυσκολέψει τόσο το Γενικό Λύκειο που τα παιδιά ΜΑΣ θα αναγκάζονται στην ΑΜΙΣΘΗ μαθητεία, ουσιαστικά στην αγορά εργασίας χωρίς προσόντα και εξειδίκευση, μόλις αποφοιτήσουν από το Γυμνάσιο, λίγο πριν τα 15 τους χρόνια. Θα απελευθερωθούν οι απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα. Τα καταστήματα θα είναι ανοικτά και την Κυριακή. Θα μειωθεί ο βασικός μισθός, καταρχήν στο δημόσιο, αλλά δε νομίζω να υπάρχει κανείς που δεν έχει παρατηρήσει ότι ο ιδιωτικός τομέας ακολουθεί τις κατακτήσεις ή τις ήττες του δημοσίου κατά πόδας. Θα μειωθούν οι συντάξεις. Θα γίνονται κατασχέσεις πρώτης κατοικίας. Και αυτά είναι κάποια, λίγα, που μου ήρθαν πρόχειρα στο μυαλό, τα οποία αναστάληκαν από την παρούσα κυβέρνηση. Έτσι, σα να ξεχάσαμε ότι υπήρχαν, σα να αγνοούμε ότι η επιστροφή της προϋπάρχουσας κατάστασης θα τα επαναφέρει, και μάλιστα χωρίς αντιπολίτευση, αφού οι βουλευτές του Καμμένου θα επιστρέψουν στο μητρικό κόμμα, ενώ η αριστερά θα έχει γονατίσει. Αλλά ξεχνώ τη Χρυσή Αυγή. Αυτή θα είναι αντιπολίτευση, και μάλιστα ισχυρή. Όσο για την κυβέρνηση, θα επανέλθουν στην εξουσία άνθρωποι που μας έφεραν στην κρίση, άνθρωποι που θα έπρεπε να είναι στη φυλακή, που βολικά σιωπούσαν, άντε να προστεθούν και κάποιοι που πληρώνονται για να παρουσιαστούν ως σωτήρες. Αυτά δεν είναι εικασίες, είναι βέβαιο ότι θα ισχύσουν γιατί βρισκόταν σε εφαρμογή πριν τις εκλογές του Φλεβάρη. Αλλά χαλαρώσαμε για πέντε μήνες και ξεχάσαμε γιατί οδηγηθήκαμε στην εκλογή μιας κυβέρνησης που, στην πράξη, δεν είναι αμιγώς αριστερή και είναι κυβέρνηση διαμαρτυρίας και αγανάκτησης. Έντρομοι στην αβέβαιη προοπτική του ΟΧΙ αποζητούμε έναν παράδεισο των αρχών του εικοστού πρώτου αιώνα, μια ασφάλεια που δεν υπήρχε μέχρι τον περασμένο Γενάρη. Πώς ξεχάσαμε τόσο γρήγορα; Τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι οι επόμενες πολιτικές, αυτές που θα εφαρμοστούν αν αποσύρουμε τόσο γρήγορα και τόσο δειλά την υποστήριξή μας σε μια εθνική κυβέρνηση που επιλέξαμε πριν πέντε μόλις μήνες, θα είναι φιλικότερες; Κανείς δεν θα λυπηθεί το δειλό. Α, ξέχασα και το μότο των ημερών, ότι δεν μας αξίζει η δημοκρατία, γιατί, λέει, δεν είμαστε ώριμοι, οπότε ας έρθει ένα τεχνικό κλιμάκιο των Βρυξελλών να μας κυβερνήσει, αυτοί ξέρουν καλύτερα. Δεν προσπαθώ να το αντικρούσω, έκπληκτος από το γεγονός ότι το σύνδρομο της Στοκχόλμης τείνει να γίνει επιδημία. Όλοι φοβόμαστε και είναι λογικό, γιατί και οι δύο προοπτικές, και του ΝΑΙ και του ΟΧΙ φαντάζουν αυτή τη στιγμή τρομακτικές. Ας αποφασίσει ο καθένας, αφού κλείσει την τηλεόραση, με βάση τα κριτήριά του. Όμως όχι πανικόβλητος, όχι μη σκεπτόμενος εξίσου και τις δύο προοπτικές και τα αρνητικά και των δύο.